ΤΟ ΔΕΛΤΑ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ ΟΙ ΙΝΔΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ

2023-03-02
ΕΚΒΟΛΕΣ ΑΧΕΛΩΟΥ
ΕΚΒΟΛΕΣ ΑΧΕΛΩΟΥ

Πάντα ο ερχομός του Μαίου μας δίνει ιδιαίτερη χαρά και ανυπομονησία. Ανυπομονησία γιατί είναι ο μήνας κατά τα μέσα του οποίου οι καιρικές συνθήκες αρχίζουν να ευνοούν ιδιαίτερα την διαβίωση στο ύπαιθρο. Φέτος έχουμε άλλο ένα λόγο να ανυπομονούμε , την νέα μας σκηνή οροφής αυτοκινήτου .Θέλοντας λοιπόν να την δοκιμάσουμε και να αξιολογήσουμε πόσο άξιζε τα λεφτά της η αγορά μας, έπρεπε να διοργανώσουμε μια εξόρμηση τουλάχιστον τριήμερη . Έτσι λοιπόν αποφασίσαμε να επισκεφθούμε μία ιδιαίτερη περιόχη της νοτιοδυτικής Αιτωλοακαρνανίας το δέλτα του ποταμού Αχελώου.

Ο Αχελώος ποταμός, είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος σε μήκος ποταμός της Ελλάδας,μετά τον Αλιάκμονα. Το συνολικό μήκος του από την οροσειρά της Πίνδου και συγκεκριμένα από το όρος Λάκμος (Περιστέρι), νότια νοτιοδυτικά του Μετσόβου, μέχρι τις εκβολές στα όρια με το Ιόνιο πέλαγος, είναι 255 χιλιομετρα. Οι πηγές του άλλες βαθειά κρυμμένες στο δάσος οξυάς της Ρόνας και άλλες στα υψίπεδα της περίφημης Βερλίγκας, στις πλαγιές του Λάκμου. 

ΟΙ ΜΕΑΝΔΡΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΒΕΡΛΙΓΚΑ
ΟΙ ΜΕΑΝΔΡΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΒΕΡΛΙΓΚΑ

Οι εκβολές του σχηματίζουν με τις προσχώσεις του τα νησιά Εχινάδες και πολλες αμμουδερές παραλίες στο Ιονιο, δυτικά του Μεσολογγίου.

Γνωστός και ως Ασπροπόταμος, ονομάστηκε έτσι είτε λόγω της έντονης διαταραχής των νερών του κατά τους ανοιξιάτικους μήνες όταν λιώνουν τα χιόνια και αφρίζουν τα νερά του, είτε λόγω της άσπρης άμμου που μεταφέρθηκε στο δέλτα εξαιτίας της διάβρωσης και το λευκό χρώμα των χαλικιών στις όχθες του.

Η αρχαία ονομασία του ποταμού είναι Αχελώος και πιθανότατα να προέρχεται από την ρίζα «αχ» που σημαίνει νερό και το συγκριτικό επίθετο «λώων» που σημαίνει καλύτερος.

Είναι ο πλουσιότερος σε όγκο νερού γηγενής ποταμός της Ελλάδας και Το Δέλτα του αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους υγροτόπους της χώρας με λιμνοθάλασσες, πουλιά και αχανείς αλυκές, από μεγαλύτερες στην Ελλάδα. Στα νοτιότερα σημεία του Αχελώου η πεδιάδα ονομάζεται Παραχελωίτιδα και είναι διάσημη για την γονιμότητα της γης της. Παλαιότερα είχε πολλά έλη που δημιουργήθηκαν από την υπερχείλιση του ποταμού.

Ο Αχελώος ήταν στην αρχαιότητα το πιο διάσημο ποτάμι στην Ελλάδα. Αποτελούσε το παραδοσιακό σύνορο ανάμεσα στην Αιτωλία και την Ακαρνανία. Ο Αχελώος, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο Θεός των ομώνυμων ποταμών της Ακαρνανίας, της Πελοποννήσου και της Θεσσαλίας, γιος του Ωκεανού και της Τηθύως ή του Ήλιου και της Γης, σύζυγος της Περιμήδης, πατέρας του Ορέστη, του Ιπποδάμαντα, των Σειρήνων κ.ά.

Ξεκινήσαμε λοιπόν από Ωρωπό με επιλογή διαδρομής μας τον άξονα Λειβαδια-Δίστομο-Δεσφίνα-Ιτέα-Γαλαξίδι-Ναύπακτο-Μεσσολόγι. Άλλωστε δεν υπήρχε καμία βιασύνη στο ταξίδι μας και μπορούσαμε να διανυκτερεύσουμε οπουδήποτε επιλέγαμε εμείς. Επίσης η διαδρομή αυτή προσφέρει πανέμορφα πανοράματα στον κορινθιακό και έχει συνήθως πολύ λίγη κίνηση.

Μετά από μερικές ώρες φθάνουμε στην Ναύπακτο. Ξαφνικές καταιγίδες μας αναγκάζουν να αναπροσαρμόσουμε τα σχέδια μας. Αποφασίζουμε λοιπόν να σταματήσουμε την πορεία μας προς το Δέλτα εδώ και να αναζητήσουμε καταφύγιο στις πλαγιές του πανέμορφου Αράκυνθου – αυτή την εποχή τα δάση από καστανιές ,δρύες και οι αρχέγονες βελανιδιες είναι καταπράσινα- λίγο κάτω από την κορυφογραμμή του.

Ο Αράκυνθος ή Ζυγός, στην ντοπιολαλιά, είναι το βουνό που στεφανώνει απο τα βόρεια και χαρακτηρίζει το τοπίο του Μεσολογγίου. Δεν είναι ψηλό βουνό αλλα έχει έντονο χαρακτήρα και ποικίλα φυσικά χαρίσματα. Τα δύο κυρίαρχα πετρώματα του βουνού, οι φλύσχες και οι ασβεστόλιθοι, διαμορφώνουν δύο αντίστοιχους, διακριτούς χαρακτήρες. Η πολύ μεγάλη ορεινή ενότητα, του Αρακύνθου απλώνει τα κυματιστά ανάγλυφά της ανάμεσα στη λίμνη Τριχωνίδα και στον Πατραϊκό κόλπο και δεσπόζει επάνω στην προσχωσιγενή πεδιάδα του Μεσολογγίου. Πρόκειται για ένα εκτεταμένο συγκρότημα από τον Εύηνο ως κάτω από το Αγγελόκαστρο, όπου σβήνει με ελαφρά επικλινείς πλαγιές, σε απόσταση πέντε περίπου χιλιομέτρων από την αριστερή όχθη του Αχελώου, με μέγιστο ύψος 984μ (κορυφή Γρεβενό). Η νότια πλευρά του είναι απότομη και βραχώδης, ενώ η βόρεια είναι κατάφυτη. 

Το φυσικό πλαίσιο του Αρακύνθου πλούσιο και πολυποίκιλο. Υπάρχουν κρημνώδεις βράχοι, φαράγγια και πλαγιές με μεγάλο υψόμετρο που αποτελούν καταφύγιο για πολλά είδη πουλιών. Επιβλητικοί γύπες βρίσκουν καταφύγιο στον Αρακύνθο και τα Στενά της Κλεισούρας φιλοξενώντας τον δεύτερο μεγαλύτερο αναπαραγωγικό εθνικό πληθυσμό του είδους, μετά από αυτόν της Κρήτης. Το πιο γνωστό τμήμα του Αράκυνθου, που δεν το συνδέει κανείς εύκολα με το βουνό, είναι η Κλεισούρα, το εντυπωσιακό φαράγγι που περνά με αυτοκίνητο όποιος κατευθύνεται από το Μεσολόγγι στο Αγρίνιο. H περιοχή καλύπτεται από μεσογειακή μακία, φρύγανα, κωνοφόρα, βελανιδιές και αιωνόβιες καστανιές. Για τη μεγάλη τους οικολογική σημασία ο Αράκυνθος και τα Στενά της Κλεισούρας, ανήκουν στις περιοχές Natura 2000.

Το περίπλοκο ανάγλυφο  σε συνδυασμό με την πυκνή του βλάστηση, κατέστησαν τον Αράκυνθο κρησφύγετο και ορμητήριο κλεφτών και ανυπότακτων, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Έχει επίσης συνδεθεί  με την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου, καθώς οι εξοδίτες ως πρώτο σημείο συγκέντρωσης είχαν ορίσει τη μονή του Αγ. Συμεών στις ΝΑ απολήξεις του βουνού.

Ποιος θα το περίμενε στα μάτια του τέτοιο μεγαλείο από ένα βουνό, μικρό σαν τον Αράκυνθο που δεν ξεπερνάει σε ύψος τα χίλια μέτρα.!!!

Προσπερνάμε λοιπόν τον διάσημο ορεινό όγκο της Βαράσοβας και τον ποταμό Εύηνο και στρίβουμε ανηφορίζοντας προς Άγιο Γεώργιο και Κουδούνι. Είχα ανιχνεύσει στους χάρτες μου ένα εξωκλήσι σε μαγευτική τοποθεσία και το αναζητούσα μανιωδώς. Μάταια όμως ,γιατι μετά από μερικά μέτρα διαπίστωσα ότι ο κακοτράχαλος χωματόδρομος γεμάτος νεροφαγώματα που οδηγούσε εκεί ήταν ένας άθλος που θα μπορούσε εν δυνάμη να αποβεί μοιραίος για όλη την αποστολή μας.

Έξοδο πάλι στον δευτερεύοντα ασφαλτόδρομο και ανάβαση στον Αράκυνθο. Το σκοτάδι άρχισε να πέφτει απειλητικά , ενώ εμείς δεν είχαμε ακόμα βρεί κάποιο σημείο που να αποπνέει την απαραίτητη αύρα ασφάλειας.

Μετά από λίγο σκοτάδι …σκοτάδι και κούραση άρχισε να ποτίζει την ψυχολογία μας . Με τα μάτια ορθάνοιχτα σαν κουκουβάγια προχωρούσαμε με πολυ χαμηλη ταχύτητα . Και η κουκουβάγια, ως ικανότατο νυκτόβιο βρήκε την λύση. Ένα ομόρφο πετροστρωτο πλάτωμα με πέτρινο τραπέζι , βρύση με τρεχούμενο νερο ήταν ότι έπρεπε για την διανυκτέρευση μας . Τοποθετουμε το αυτοκινητο καταλληλα , αναβουμε  εστια φωτιας και ετοιμάζουμε να φάμε.

Την επόμενη ημέρα το πρωί μετά από τον πρώτο μας απολαυστικό ύπνο στην roof tent μία έκπληξη μας περίμενε. Κατεβήκαμε από την σκάλα της σκηνής και μείναμε να χαζεύουμε το ονειρικό δάσος στο οποίο είχαμε κατασκηνώσει και δεν είχαμε μπορέσει να δούμε το προηγούμενο βράδυ. Άνοιξη, οργασμός ζωής!! Πλήθος αγριολούλουδων διάσπαρτα παντού  εντυναν τη γη, ενώ στους βλαστούς των δέντρων τα μπουμπούκια είχαν ανοίξει τα λαχανί φρέσκα φυλλαράκια τους. Πάνω στα κλαδιά αλλά και στους κορμούς των δέντρων ήταν απλωμένο ένα είδος γκριζοπράσινου βρύου που εμοιάζε με δίχτυ. Το όλο τοπίο εμοιάζε, πράγματι, ονειρικό. Σαν εβγαίνε ο ήλιος, η υγρασία που είχαν πάνω τους τα βρύα επέφτε σταγόνα σταγόνα και όλο το δάσος έλαμπε. Κάναμε πρωινό, πακετάραμε και ξεκινήσαμε για την κορυφή του Αράκυνθου. 

Στις ψηλές κορυφές του Αράκυνθου υπάρχουν σημαντικά δάση με πολλά υπεραιωνόβια δένδρα και ένα φυλάκιο παρατήρησης το οποίο και επισκεθήκαμε. Αφού θαυμάσαμε από ψηλά την λιμνοθάλασσα του Μεσολογγίου διπλώσαμε την κορυφογραμμή του Αράκυνθου στα βόρεια με κατεύθυνση τα χωριά Κεράσοβο, Ελληνικό και Αγριλιά. Στο δρόμο μπορέσαμε να δούμε από ψηλά το μεγαλύτερο μέρος της Τριχωνίδας καθώς και όλα τα χωριά που βρίσκονται γύρω από αυτήν. Η θέα ήταν υπέροχη. Η λίμνη από ψηλά φαινόταν τελείως ήρεμη, ενώ καταμεσής μόλις που ξεχώριζε ένα καΐκι. Τα χωριά έμοιαζαν με κοπάδια από πρόβατα που βοσκούν στον κάμπο. Απέναντι ακριβώς υψωνοταν σαν γίγαντας το άλλο μεγάλο βουνό της περιοχής, το Παναιτωλικό, ενώ στο βάθος μόλις που φαίνονταν το Αγρίνιο. Κατηφορίζοντας προοδευτικά προς Μεσολλόγι ,η φιδίσια πορεία του μονοπατιού προσέφερε άπλετη θέα προς το Ιόνιο και την ευρύτερη περιοχή. Στο πετρώδες τοπίο μοσχοβολούσαν αρωματικά βότανα.

Προορισμός Μεσολόγγι από εκεί στο Αιτωλικό. Δεν είχαμε προγραμματίσει να επισκεφθούμε το Μεσολλόγι σε αυτή την εκδρομή οπότε η επόμενη στάση για ανεφοδιασμό και καφεδάκι ήταν το Αιτωλικό. Με ιδιαίτερη φυσιογνωμία, ιστορικότητα και παράδοση, το Αιτωλικό αποτελεί έναν συναρπαστικό προορισμό. Χτισμένο ανάμεσα σε δύο λιμνοθάλασσες, του Μεσολογγίου και Αιτωλικού, ήταν κάποτε συστάδα νησίδων που συνενώθηκαν και αποτέλεσαν το σημερινό Αιτωλικό. Που θα εξακολουθούσε να είναι νησάκι μέσα στα αβαθή νερά των λιμνοθαλασσών, αν δεν συνδεόταν το 1848, με την ξηρά. Η σύνδεση έγινε δυνατή με δύο, πολύτοξες γέφυρες, μήκους 200 – 250 περίπου μέτρων, ανατολικά και δυτικά του νησιού.

Διασχίζουμε το Αιτωλικό από τον περιφερειακό δρόμο και, στην αρχή της δυτικής γέφυρας, μηδενίζουμε το οδόμετρο του αυτοκινήτου. Στα 2,5 χλμ κατευθυνόμαστε λοξώς δεξιά για την βυζαντινή Επισκοπή Μάστρου. Ακολουθώντας τις πινακίδες προς Αρχαίο Θέατρο Οινιάδων και Λιμάνι Αστακού φτάνουμε σε απόσταση 7,2 χλμ. από την γέφυρα στον χαμηλό λοφίσκο, με την περίφημη Επισκοπή Μάστρου στην κορυφή του. Ένα στενό, χωμάτινο μονοπάτι, μήκους 120 περίπου μέτρων, μας οδηγεί μπροστά στο μνημείο.

Ο κατάφυτος λοφίσκος της Επισκοπής,παρά το χαμηλό του ύψος, έχει στον περιμετρικό ορίζοντα μια θέα ανεμπόδιστη. Τόσο προς τον Αίνο της Κεφαλονίας στα βάθη του Ιονίου όσο και στα τρία ορεινά συγκροτήματα του Αράκυνθου, του Παναιτωλικού και των Ακαρνανικών ορέων, ενώ, πολύ πιο κοντά αναγνωρίζουμε τους εντυπωσιακούς βράχινους όγκους που περικλείουν τα περίφημα Στενά της Κλεισούρας.

Η βυζαντινή Επισκοπή Μάστρου, τιμάται στο όνομα του Αγίου Ιωάννη του ''Ριγανά''. Στην περιοχή της Αιτωλοακαρνανίας – και αλλού – με το επίθετο «Ριγανάς» ονομάζονται οι ναοί και τα ξωκκλήσια που είναι αφιερωμένα στο Γενέσιο του Προδρόμου και γιορτάζουν στις 24 Ιουνίου, όταν ανθίζει η ρίγανη. Στον βόρειο τοίχο του ναού σώζονται δύο ισχυρές αντηρίδες που ενισχύουν το οικοδόμημα επειδή το έδαφος είναι κατηφορικό. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει πολλές εργασίες συντήρησης του μνημείου. Οι σωζόμενες τοιχογραφίες,τις οποίες δεν μπορέσαμε να δούμε γιατί ο ναός ήταν σφραφισμένος , χρονολογούνται μεταξύ του 12ου – 13ου αιώνα. Ως προς την χρονολόγηση , η τρίκλιτη βασιλική της Μάστρου ανήκει στην κατηγορία των ναών που αποτελούν τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές και στις βασιλικές της μεσοβυζαντινής περιόδου. Είναι, δηλαδή, από τα σπάνια μνημεία της λεγόμενης «σκοτεινής περιόδου», που αρχίζει από τα μέσα του 7ου και τελειώνει στα μέσα του 9ου αιώνα.

Με κατεύθυνση προς το Δέλτα

Από την Επισκοπή Μάστρου κατευθυνόμαστε δυτικά προς τον οικισμό της Κατοχής. Περνάμε πάνω από την τσιμεντένια γέφυρα της φαρδιάς κοίτης του Αχελώου. Σύμφωνα με το εμβληματικό βιβλίο – λεύκωμα του Νίκου Πέτρου…«το πέρασμα του Αχελώου στην Κατοχή γινόταν μέχρι και το 1968 – όταν κατασκευάστηκε η γέφυρα – με τις «περαταριές», απαράλλαχτο επί πολλούς αιώνες. Οι φαρδιές, επίπεδες βάρκες πηγαινέρχονταν από όχθη σε όχθη με κουπιά και «σταλίκια», μεταφέροντας ανθρώπους, ζώα και πράγματα με όλους τους καιρούς, όταν επέτρεπε η κατεβασιά του ποταμού, και οι πνιγμοί δεν ήταν άγνωστοι. Ένα δεύτερο πέρασμα με περαταριά βρισκόταν λίγο βορειότερα στο χωριό Γουριά, κι αυτό σε χρήση από πολύ παλιά. Τους καλοκαιρινούς μήνες, όταν τα νερά χαμήλωναν, το πέρασμα γινόταν και από τα «πεζοπόρια», ρηχά σημεία της κοίτης, όπου οι κάτοικοι των χωριών έστρωναν πέτρες ή πατούσαν την άμμο για να κάνουν ομαλό το πέρασμα… Και εκεί όμως τα ατυχήματα ήταν συχνά, γιατί τα περάσματα ήταν στενά και το ποτάμι, απρόβλεπτο, ακόμα και τους θερινούς μήνες».

Μεγαλοχώρι η Κατοχή, χτισμένη δίπλα στον Αχελώο, καθώς και σε χαμηλό λόφο, που δεσπόζει πάνω από την ροή του ποταμού, Εδώ επισκεπτόμαστε την «Κούλια της κυρά – Βασιλικής», μεσαιωνικό πύργο που ανεγέρθηκε για να ελέγχει αυτό το σημείο διέλευσης του ποταμού. Ο πύργος πήρε το όνομά του από την κυρά – Βασιλική, την διάσημη ευνοούμενη του Αλή Πασά. Η κυβέρνηση του Καποδίστρια της παραχώρησε το 1830 τον πύργο για κατοικία, όπου έμεινε μέχρι τον θάνατό της το 1834.

Ο πύργος χτίστηκε, κατά πάσα πιθανότητα, από τους Βυζαντινούς του Δεσποτάτου της Ηπείρου τον 14ο αιώνα, μετά την εκδίωξη των Φράγκων από την περιοχή. Ο πύργος κρίθηκε διατηρητέο μνημείο το 1975, με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού.

Έξω από την Κατοχή ακολουθούμε δεξιά την κεντρική αρτηρία προς τους αρχαίους Οινιάδες, την δεύτερη σημαντικότερη πόλη της αρχαίας Ακαρνανίας μετά την Στράτο. Οι πόλεις αυτές, παραποτάμιες ούσες και οι δύο επικοινωνούσαν συγκοινωνιακά μεταξύ τους διαμέσω του πλωτού Αχελώου.Ηταν σε θέση κατάλληλη για δημιουργία λιμανιού και για εμπορική δραστηριότητα. Για τους λόγους αυτούς σημείωσαν μεγάλη οικονομική και πολιτισμική ακμή.

Σταματάμε για να επισχεφθούμε τον αρχαιολογικο χώρο. Το επισκέψιμο τμήμα του διαθέτει χώρο στάθμευσης, κτήρια εξυπηρέτησης κοινού , πληροφοριακό υλικό και οριοθετημένες διαδρομές επισκεπτών.

Η περιοχή ανέκαθεν ήταν κατάφυτη από αγραμπέλους, αλλά και ήμερα αμπέλια που καλλιεργούνταν σε μεγάλες εκτάσεις με το κρασί της να είναι φημισμένο. Αν και το όνομά της υποδηλώνει τόπο ή περιοχή παραγωγής οίνου, ωστόσο μια άλλη εκδοχή θέλει να φέρει το όνομα του βασιλιά της Καλυδώνας, Οινέα, γνωστού από τον μύθο του Καλυδώνιου κάπρου, καθώς και από τη διαμάχη μεταξύ Καλυδώνας και Πλευρώνας.

Η οχύρωση δεσπόζει πάνω σε κατάφυτο από βελανιδιές λόφο, ο οποίος είναι γνωστός με την ονομασία Τρίκαρδος τουλάχιστον από τον 15ο αιώνα. Η διατήρησή της είναι εντυπωσιακή και αποτελεί ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά δείγματα της αρχαίας οχυρωματικής τέχνης. Εντός της οχύρωσης είναι σήμερα ορατά τα δημόσια κτίρια της Αγοράς (βουλευτήριο, στοά, «οικοδόμημα με οίκους», ναός, Ηρώο), το λεγόμενο «Οικοδόμημα στο λόφο», το λουτρό του τέλους της ελληνιστικής περιόδου, καθώς επίσης το θέατρο.

Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται η Ακρόπολη με ξεχωριστό περίβολο. Τα τείχη, είναι κτισμένα σε όλο το μήκος τους κατά το πολυγωνικό σύστημα. Περιλαμβάνουν δώδεκα πύλες και πυλίδες διαφορετικών τύπων με πιο αξιόλογο τον τύπο της καμαρωτής πύλης.

Μοναδικό μνημείο του χώρου και ένα από τα επιβλητικότερα της αρχαιότητας λόγω της πολύ καλής διατήρησής τους αποτελούν οι νεώσοικοι ή τα νεώρια

Τα περικλείει χωριστή οχύρωση, η λεγάμενη «οχύρωση ή ακρόπολη του λιμανιού». Το ναυπηγείο είναι ένα μνημείο μοναδικό στον Ελλαδικό χώρο, ένα «στεριανό λιμάνι» λαξευμένο στο βράχο, με κάθετα τοιχώματα και 6 παράλληλα αντερείσματα, που δημιουργούσαν χωρίσματα για 7 σκάφη. Οι νεώσοικοι ή τα νεώρια είχαν προορισμό την ανάσυρση των πλοίων στο εσωτερικό τους, την επισκευή και παραμονή τους για ορισμένο διάστημα του χειμώνα. Βρίσκονται στο νοτιοδυτικό άκρο της οχύρωσης του λιμανιού, στην οποία δεσπόζουν ο «κοκκινόπυργος», σωζόμενου ύψους 11 μ., και η λοξή τοξωτή πύλη, η αποκαλούμενη «αυλόπορτα», καθώς και τα ερείπια ενός δεύτερου επίσης μεγάλου σε μέγεθος και λοξού στην κάτοψη πύργου που την προστατεύει. Πρόκειται για στεγασμένο οικοδόμημα με κάτοψη σχήματος πι, του οποίου η ανατολική πλευρά, είναι σχεδόν εξ ολοκλήρου λαξευμένη κατακόρυφα στο φυσικό βράχο. Το Νεώριο αυτό (ναυπηγείο), έχει αναγνωριστεί ως το παλαιότερο στον κόσμο. Οι λαξευτές του επιφάνειες, καθώς και πολλές «κουμπωτές» λιθοδομές χαμηλά, άνετα μπορούν να αποδείξουν ότι χρησιμοποιείται από τα προϊστορικά χρόνια, μέχρι την εποχή της Κλεοπάτρας!

Το θέατρο θεωρείται σχετικά μεγάλου μεγέθους, με 23 σειρές καθισμάτων, πολύ καλή ακουστική και χωρητικότητα που άγγιζε τους 5.500 θεατές. Είναι κτισμένο κοντά στην Αγορά σε θέση που προσφέρει εκπληκτική θέα προς τις γύρω πεδινές εκτάσεις, την παλιά κοίτη του Αχελώου ποταμού και τις παράκτιες περιοχές. Η ύπαρξη του θεάτρου επιβεβαιώνει την ακμή της πόλης αυτής. Ώντας λαξεμένο στον πορώδη ασβεστολιθικό βράχο της πλαγιάς όμως, η φθορά του πετρώματος μέσα στους αιώνες έχει καταστρέψει μέρος των κερκίδων. Εμείς το βρήκαμε σφραγισμένο και σε φάση εργασιών συντήρησης και αναστήλωσης.

Κινούμαστε παράλληλα με τους ΝΑ πρόποδες του ογκώδους, ασβεστολιθικού λόφου της Χουνοβίνας. Ήδη απέναντί μας προβάλλει η μακρόστενη, θαμνοσκέπαστη και χαμηλού ύψους χερσόνησος Διόνι. Σε μικρή απόσταση, βορειότερα, διαγράφεται η ογκωδέστερη και σχεδόν γυμνή ράχη της νήσου του Πεταλά. 

Τα βαλτοτόπια δεξιά και αριστερά μας είναι γεμάτα φλαμίνγκο που αν τα παρατηρήσεις υπονονετικά διαπιστώνεις ότι κινούνται με ρυθμό χορευτικό, ρυθμό μαγευτικό, σαν εκείνο του τάνγκο. Και φανταστείτε ότι παλαιότερα συνήθιζα να κοιτάω περίεργα τους φανατικούς της ορνιθοπαρατήρησης.Τώρα καταλαβαίνω πόσο αγχολυτική ασχολία είναι. Ερωδιοί και πάσης φύσεως παρυδάτια πτηνά ξεπετιούνται ξαφνικά πάνω από τα κεφάλια μας σαν τα σηκώνει ο αφύσικος ήχος του κινητήρα του αυτοκινήτου.

 Καθώς πλησιάζουμε στον όρμο Διόνι, κάποια παραπήγματα εξέχουν από την επίπεδη ακτή δημιουργώντας ένα τόπο αμφιλεγόμενης αισθητικής, που κινείται ανάμεσα στα όρια της γραφικότητας από τη μια, της αυθαιρεσίας και αναρχίας από την άλλη. Πάντως, είναι μια εικόνα απ΄αυτές, που σπάνια μπορεί κάποιος να συναντήσει στην Ελλάδα .Βρισκόμαστε, λοιπόν, μπροστά στις εγκαταστάσεις του ψαράδικου οικισμού «Διόνι». Οδηγούμε πάνω σε μια γλώσσα στεριάς μήκους 200 περίπου μέτρων, που εισχωρεί μέσα στο νερό. Πάνω της είναι αραδιασμένες, η μια δίπλα στην άλλη, δεκάδες ψαροκαλύβες και παράγκες, κατασκευασμένες από μια απίθανη συστράτευση ετερόκλιτων υλικών: τσίγκους, κυματοειδείς λαμαρίνες, σανίδες, πόρτες και παράθυρα από παλιά οικοδομικά υλικά, κεραμίδια, τσιμεντόλιθους και ό,τι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Και για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία για την εθνικότητα του οικισμού, υπάρχουν και μερικές ελληνικές σημαίες, που ξεδιπλώνουν ανεπαίσθητα – στο απαλό αεράκι – τις πτυχές τους. Δύο – τρεις ψαράδες είναι οι μόνες ανθρώπινες υπάρξεις, τούτη την ώρα στον οικισμό. Τα άλλα ζωντανά όντα είναι μερικές γάτες και σκύλοι. Μπροστά από κάθε σχεδόν ψαροκαλύβα υπάρχει και μια «σκάλα», μια αυτοσχέδια ξύλινη προκυμαία μερικών μέτρων, όπου δένονται τα ψαροκάϊκα και οι βάρκες. Ο πυθμένας είναι ρηχός, με πρωταγωνιστές τα φύκια και τη λάσπη. Δεν θα μπορούσαμε τα νερά, να τα χαρακτηρίσουμε διαυγη.

Αφήνουμε πίσω μας τον ψαράδικο συνοικισμό και συνεχίζουμε σε χωματόδρομο προς τον νότο, παράλληλα με την καμπυλόγραμμη παραλία του όρμου Διόνι. Στα δυτικά απλώνεται ο αχανής ορίζοντας του Ιονίου απ΄τον οποίο εξέχουν, μερικά χιλιόμετρα στ΄ανοιχτά οι στεριές από τις νήσους των Νοτίων Εχινάδων, Βρόμωνας και Μάκρη. Στα νότια, απέναντι ακριβώς από τις εκβολές του Αχελώου, ορθώνεται ένα άλλο, πολύ μεγαλύτερο και ογκωδέστερο νησί. Είναι η κατάφυτη Οξειά, με έντονο ανάγλυφο, απότομες ακτές και σημαντικό υψόμετρο, που φτάνει τα 421 μέτρα. Με χωματόδρομο πάντα βγαίνουμε νότια του όρμου Διόνι και διασχίζουμε την επίπεδη αμμώδη στεριά που, όμοια με λόγχη, διεισδύει ανάμεσα σε δύο, διαφορετικής σύστασης νερά: στα αλμυρά του Ιονίου, δυτικά, και στα γλυκά του Αχελώου, ανατολικά. Καθώς πλησιάζουμε προς την μυτερή άκρη της στεριάς μπορούμε, με μια απλή κίνηση του κεφαλιού μας,να κατευθύνουμε το βλέμμα από τη μια στα νερά του Ιονίου κι από την άλλη στου Αχελώου. Η αμεσότητα της οπτικής πρόσβασης είναι εντυπωσιακή. Οι δύο, τόσο ξεχωριστές υδάτινες μάζες, δεν φαίνονται να έχουν την παραμικρή διαφορά. Με το ελαφρύ αεράκι που επικρατεί, τα νερά του Αχελώου και Ιονίου μοιάζουν ακίνητα,σχεδόν ομοιογενή. Έτσι κι αλλιώς, μερικά μέτρα μετά τις εκβολές, ο υδάτινος όγκος αποτελεί μια ενότητα αδιάσπαστη. Παρατηρούμε στ΄ανατολικά μας τον Αχελώο. Το στόμιο στις εκβολές του είναι τόσο φαρδύ και τόσο ήρεμα τα νερά, που θυμίζουν περισσότερο λίμνη παρά ποτάμι. Εδώ, λοιπόν, μπροστά στις Νότιες Εχινάδες νήσους, μπορεί επιτέλους να ξεκουραστεί και να ηρεμήσει, μέσα στην αγκαλιά του Ιονίου, ο Αχελώος. Καθώς αγναντεύουμε την πελώρια, αρχοντική του ροή , στο τελικό της στάδιο πριν ενσωματωθεί στον υδάτινο όγκο του Ιονίου, δεν μπορούσε να μην θυμηθούμε τα ταπεινά, λιλιπούτεια ρυάκια της Βερλίγκας και της Ρόνας, στα υψίπεδα των ηπειρωτικών βουνών, εκεί όπου πρωτογεννιέται ο μεγάλος ποταμός. Περπατάμε νωχελικά αρκετή ώρα μαγεμένοι από την ηρεμία και την απεραντότητα του τοπίου οσμίζοντας τη θαλάσσια αύρα του Ιονίου. Περπατάμε πρώτα από την πλευρά της ακτής στο Ιόνιο και μετά από την πλευρά της όχθης του Αχελώου γυρνόντας στο αυτοκίνητο.

Η ώρα είχε περάσει…''Που θα κοιμηθούμε απόψε? Το έχεις υπόψιν σου ή όπου προκύψει?΄''

-Λέω να επισκεφθούμε και την Παραλια του Λούρου και σταματάμε εκεί για σήμερα..έιναι ακριβώς απέναντι…κοίτα...!

Αγναντεύουμε, 300 μέτρα απέναντί μας, την ανατολική όχθη της κοίτης του Αχελώου. Φαινομενικά είναι μια δρασκελιά, για να βρεθούμε εκεί, ωστόσο δεν είναι τόσο απλό, αφού δεν υπάρχει γέφυρα σ' αυτό το σημείο του ποταμού. Η πλησιέστερη βρίσκεται τουλάχιστον 20 χιλιόμετρα στα ηπειρωτικά. Είναι η τσιμεντένια γέφυρα της Κατοχής. Για να φτάσουμε ως εκεί παίρνουμε έναν χωματόδρομο, που παρακολουθεί πιστά και από κοντινή απόσταση την ελικοειδή πορεία του Αχελώου. Αν και ο δρόμος έχει πολλές ενοχλητικές λακκούβες, εντούτοις είναι μια ενδιαφέρουσα διαδρομή με παρόντα όλα τα γνώριμα χαρακτηριστικά της δελταϊκής επικράτειας του Αχελώου: βάλτους, αρμυρίκια, βούρλα και καλαμιώνες, πουλιά και «ευτυχισμένες» αγελάδες αλλά και εκτεταμένες καλλιέργειες καθώς και κτήματα με ελιές και πορτοκαλιές. Εύφορος τόπος, προνομιούχος και αχανής….αχανής σαν τις απέραντες και ατελείωτες εκτάσεις που συναντάει κανείς στις Ινδίες με τις ιερές αγελάδες να σε κοιτούν αποβλακωμένες από την ζέστη την υγρασία και τις ενοχλητικές μύγες που τις περιτριγυρίζουν.

Από την Κατοχή περνάμε στην ανατολική όχθη και, έξω από το Νεοχώρι κατευθυνόμαστε, προς την παραλία του Λούρου. Ασφαλτόδρομος στενός, με λακκούβες κι αυτός, ελιές και πορτοκαλιές, 13 περίπου χιλιόμετρα μετά το Νεοχώρι, προβάλλει δίπλα μας το ποτάμι, με κοίτη στενή και γοργοκίνητη ροή. Μερικά χιλιόμετρα μετά φτάνουμε στα βαλτοτόπια απ΄το Διόνι. Είναι μια εξαιρετικά θεαματική περιοχή, που άξιζε απόλυτα τα 45 περίπου χιλιόμετρα που διανύσαμε ως εδώ. Από την ανατολική όχθη πια ατενίζουμε απέναντί μας την αμμουδερή γλώσσα στεριάς με τη δυτική όχθη του Αχελώου σαν να βρισκόμασταν εκεί πριν από πέντε λεπτά. 

Μ΄έναν χωματόδρομο, ανατολικά του Κουτσιλάρη, βγαίνουμε μετά από μερικά χιλιόμετρα στην αχανή, αμμώδη Παραλία του Λούρου. Η μεγαλύτερη παραλία της Αιτωλοακαρνανίας με μήκος τα 17 χιλιόμετρα ! Πικροδάφνες, κέδρα, αρμυρίκια και αμμοθίνες, ανάμεσά τους λαβυρυνθώδεις χωματόδρομοι, με μπόλικη άμμο και σκόνη αλλά και με διάσπαρτες εξοχικές κατοικίες, αμφιλεγόμενης αισθητικής. Τούτη την νυχτερινή ώρα, στα μέσα Μα'ί'ου, επικρατεί ερημιά και εκκωφαντική… σιωπή. Ξεφεύγουμε από τα στενά του λαβύρινθου και βγαίνουμε στην ακτή. Ένα χλιαρό νοτιαδάκι ωθεί απαλά τα κύματα του Ιονίου στην αμμουδιά. Μετά την ολοήμερη περιήγηση νιώθουμε να πεινάμε.

''Προτείνω να τσιμπήσουμε κάτι για βραδινό..''

-Και εγώ πείνασα αλλά κάτσε πρώτα να βρούμε το ιδανικό σημείο να κατασκηνώσουμε..

Οδηγούμε για λίγο στον αμμουδερό δρόμο, παράλληλα με την ακτή. Καμιά ένδειξη ζωής. Στρίβουμε σ΄έναν δρομίσκο προς το εσωτερικό και ξαφνικά, ανάμεσα στα δέντρα, προβάλλει ένα ξέφωτο….

-Εδώ είμαστε…..! Τραβάω χειρόφρενο για σήμερα..!

Ένα μονοπάτι οδηγεί ακριβώς στην παραλία δίπλα μας…βγαζουμε παπουτσια και γειωνόμαστε με την άμμο αγναντεύοντας για ακόμα μια φορά το Ιόνιο πριν πέσει ο ήλιος….

Αχελώου συνέχεια. Με κατεύθυνση προς Βαλτί

-Σήμερα, ετοιμάσου για πολλά χιλιόμετρα…! Αρχικά θα κινηθούμε στο βόρειο τμήμα του Δέλτα, με προορισμό μας το Βαλτί.-

Ξεκινάμε με κατεύθυνση προς Νεοχώρι – Κατοχή. Σύντομα κατευθυνόμαστε με πινακίδα προς την Μονή Ταξιαρχών που βρίσκεται πολύ κοντά μας. Μπροστά μας συναντάμε σε λοφίσκο το μοναστήρι.

Πάνω του ορθώνεται ένας μισοερειπωμένος πύργος. Το ύψος του φτάνει τα 9 μέτρα και χωρίζεται σε τρεις ορόφους. Η επικοινωνία μεταξύ των ορόφων γινόταν με εσωτερική σκάλα, ενώ πάνω από την είσοδο υπήρχε ζεματίστρα για την άμυνα του κτιρίου. Πολεμίστρες υπήρχαν στον πρώτο όροφο. Είναι χαρακτηριστικό ότι φρουριακός πύργος δεν υπήρχε σε άλλο μοναστήρι της περιοχής, πράγμα που φανερώνει τους εξωτερικούς κινδύνους στους οποίους ήταν εκτεθειμένο το συγκεκριμένο μοναστήρι. Υπήρχε συνεχής κίνδυνος από τους πειρατές, που χρησιμοποιούσαν ως ορμητήρια τις κοντινές Εχινάδες, έτσι είναι χτισμένο με τη μορφή ισχυρού πύργου, όπου εύρισκαν ασφάλεια οι μοναχοί». Οι Άγιοι Ταξιάρχες ήταν μετόχι του μεγαλύτερου, πλουσιότερου και ονομαστότερου μοναστηριού της περιοχής, των Ταξιαρχών Γουριάς. Νότια του καθολικού διατηρούνται σε χαμηλό ύψος οι τοίχοι τεσσάρων συνεχόμενων κελλιών χωρίς σκεπή και τα θεμέλια τριών άλλων. Ψηλά, σ΄έναν εσωτερικό τοίχο του πύργου, διακρίνεται η κόγχη του τζακιού. Στο υπέρθυρο του πρώτου από τα δυτικά κελλιού σ΄ένα χάραγμα, υπάρχει η Χρονολογία 1730, Μαρτίου 7. Η χρονολογία συμφωνεί με την τοπική παράδοση που τοποθετεί την ίδρυση του μοναστηριού στις αρχές του 18ου αιώνα.

Αφήνουμε το σκληρό, ασβεστολιθικό τοπίο του μοναστηριού και ξαναπαίρνουμε, λοιπόν, τη γνωστή μας διαδρομή προς το Αιτωλικό. Στο ύψος της Κατοχής διασχίζουμε την γέφυρα του Αχελώου και κατευθυνόμαστε Β προς Λεσίνι. Ήδη έχουμε εγκαταλείψει την Αιτωλία και βρισκόμαστε στην Ακαρνανία. 5 χλμ μετά την Κατοχή φτάνουμε στο Λεσίνι, που ανήκει διοικητικά στο Δήμο της Ιερής Πόλης Μεσολογγίου. Ο δρόμος μας οδηγεί στο μοναστήρι της Παναγίας της Λεσινιώτισσας, περνώντας ανάμεσα από καλλιεργημένες εκτάσεις και τμήματα με βάλτους. Σε παλαιότερους χρόνους ο τόπος ήταν πλημμυρισμένος από έλη και οι προσβάσεις προς το χώρο του μοναστηριού ήταν ελάχιστες. Προβάλλει το μοναστήρι ανάμεσα από γέρικα ελιόδεντρα, πανύψηλους ευκάλυπτους, πεύκα, κυπαρίσσια και πολλά άλλα δέντρα. Μια μεγάλη λεμονιά σκορπίζει γύρω της ευωδιά μεθυστική. Παρκάρουμε το αυτοκίνητο και παρατηρούμε τον περιβάλλοντα χώρο .Περιφερόμαστε δεξιά-αριστερά χαζεύοντας από τον πελώριο λιδαδότοπο που απλώνεται μπροστα μας. Διαπιστώνουμε ότι είναι ιδανικός για διανυκτέρευση. Η ενέργεια του σημείου είναι μοναδική. Κατευθυνόμαστε προς την ανοιχτή καγκελόπορτα του μοναστηριού

Η χρονολογία οικοδόμησης του είναι το 1600 με 1700.

Το καθολικό της μονής στεγάζεται με δίρριχτη στέγη. Στο εσωτερικό είναι μονόχωρο και μακρόστενο, που χωρίζεται στο ιερό, στον κύριο ναό και στον νάρθηκα.

Το 1823 συγκεντρώθηκε πλήθος λαού από τις γύρω περιοχές στις νησίδες του Λεσινιού και κυρίως στο μοναστήρι της Παναγιάς της Λεσινιώτισσας και απέκρουσε τις πολλές επιθέσεις των Τούρκων, σε μία μάλιστα κυρίευσε και τρία κανόνια. Ένα τέτοιο μικρό, ορειχάλκινο κανόνι είναι εντοιχισμένο στον πέτρινο περίβολο, με εγχάρακτη τούρκικη επιγραφή και χρονολογία, έτους Εγείρας 1229, που αντιστοιχεί με το έτος 1814 του Γρηγοριανού ημερολογίου. ( Η αρίθμηση των ετών Εγείρας ή Έγίρας ξεκινά από το έτος 1, όταν ο Μωάμεθ εξορίστηκε από την Μέκκα και κατέφυγε στη Μεδίνα. Για την ακριβή αντιστοίχιση των ετών ανάμεσα στο ισλαμικό (ι) και στο γρηγοριανό (γ) ημερολόγιο χρησιμοποιείται ο τύπος. γ = (0,97023 Χ ι) + 621,57) Ο συνολικός υπαίθριος χώρος της μονής είναι πολύ περιποιημένος με κελιά, ευρύχωρη πλατεία και μια μικρή, κυλινδρική καμπανούλα που κρέμεται από το κλαδί μιας υπέργηρης ελιάς. Μια χτιστή, πέτρινη κολώνα υποστηρίζει τον γερτό προς το έδαφος κορμό. Τα κελιά των μοναχών είναι κλειδωμένα .

Φτιάχνουμε καφέ και καθόμαστε να τον απολασουμε στην υπαίθρια τράπεζα που βρίσκεται στον στολισμένο από λουλούδια περίβολο του μοναστηριού.

-Φοβερά ενεργειακό μέρος ε τι λες?-

''Ναι ναι δεν γυρνάμε εδώ για διανυκτέρευση ?''

-Συμφωνώ, εάν δεν προκύψει κάτι πιο ενδιαφέρον στην πορεία εδώ θα γυρίσουμε είναι μαγευτικά-

Η περιοχή του Λεσινίου, εκτός από τα μνημεία των ανθρώπων, είναι προικισμένη και με τα μνημεία της φύσης. Είναι, βέβαια, το περίφημο για την ομορφιά και σπανιότητά του Δάσος Φράξου Λεσινίου . Συναντάμε την είσοδο στον περιφραγμένο χώρο, δύο περίπου χιλιόμετρα μετά το Λεσίνι, στην οδική αρτηρία προς Αστακό. Από τα πρώτα βήματα χάνεται ο ήλιος κάτω από τη σκιά των πυκνών φυλλωμάτων των πανύψηλων φράξων και των άλλων δέντρων. Τραπεζοκαθίσματα, χτιστή βρύση με νερό, πλακόστρωτος δρομίσκος που ξεκινάει την ελικοειδή του διαδρομή στα άδυτα του δάσους. Ο Φραξιάς του Λεσινίου έχει κηρυχθεί από το Υπουργείο Γεωργίας, ήδη από το 1985, ως Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης, από το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει χαρακτηρισθεί ως Βιογενετικό Απόθεμα, ενώ ανήκει και στο Ευρωπαϊκό οικολογικό δίκτυο ΝΑΤURA 2000. Η έκταση του δάσους υπολογίζεται στα 500 στρέμματα, με συνολική περίμετρο 3.3 χλμ.Στα χρόνια της αρχαιότητας, στον χώρο του δάσους αλλά και στην περιοχή που το περιβάλλει, υπήρχε βαλτόλιμνη 80.000στρεμμάτων. Η αποξήρανση αυτής της ελώδους έκτασης παραχωρήθηκε το 1930 από το ελληνικό δημόσιο στον βιομήχανο Επαμεινώνδα Χαριλάου.

Από το εκπληκτικό Δάσος Φράξου κατευθυνόμαστε ΒΔ προς Αστακό. Δυόμισι περίπου χιλιόμετρα μετά, στρίβουμε αριστερά με προσανατολισμό ΝΔ. Νέος προορισμός μας το Βαλτί, που βρίσκεται στο βορειοδυτικότερο άκρο του Δέλτα του Αχελώου. Κινούμαστε ήδη στις Βόρειες παρυφές της τεράστιας αποξηραμένης έκτασης του πρώην βάλτου των 80.000 στρεμμάτων, που απεικονίζεται στον χάρτη με την εντυπωσιακή ιπποδάμεια ρυμοτομία των αγροτικών δρόμων. Με ενοχλητικές λακκούβες ο δρόμος έχει στα δεξιά του το αποστραγγιστικό κανάλι του Βαλτιού, στα ριζά της Σπαρτοράχης. Είναι ο εκτεταμένος ορεινός όγκος, με υψόμετρο 409 μ. αραιή βλάστηση και πολλές χαραδρώσεις. Αλεπάλληλες καλλιέργειες καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις στο Ν – ΝΑ τμήμα της πεδιάδας που ως το 1930 ήταν ένα απέραντο βαλτοτόπι. Τότε το ελληνικό δημόσιο παραχώρησε, κατόπιν διαγωνισμού, στον Επαμεινώνδα Χαρίλαο το Έλος Λεσινίου, με υποχρέωση αποξήρανσης και δικαίωμα εκμετάλλευσης του έλους. Ο Επαμεινώνδας Χαρίλαος γεννήθηκε το 1874 στο Γαλάτσι Ρουμανίας και σε ηλικία 5 ετών, μετοίκησε με την οικογένειά του στην Αθήνα. Σπούδασε νομική και στη συνέχεια επιδόθηκε σε πολυσχιδείς επιχειρηματικές δραστηριότητες. Το 1919, σε τεράστια έκταση που αγόρασε στην ανατολική Θεσσαλονίκη από τις συμμαχικές δυνάμεις, έχτισε τον Συνοικισμό Χαριλάου, που πήρε το όνομά του. Ο επιχειρηματίας ίδρυσε την «Γεωργική Εταιρεία Λεσίνι ΑΕ» και, μέσα σε 4 χρόνια, ολοκλήρωσε το έργο, το οποίο θεωρήθηκε ως πολύ επιτυχής εγγειοβελτιωτική εργασία, προκαλώντας τον γενικό θαυμασμό.Τα εδάφη που προήλθαν από την αποξήρανση έφταναν τα 40.000 στρέμματα και σπάρθηκαν με βαμβάκι, σιτάρι, ρύζι και καλαμπόκι. Στα 12 περίπου χλμ. από το Δάσος Φράξου φτάνουμε στο Βαλτί. Μικρός οικισμός, με τα λιγοστά του σπίτια χτισμένα δίπλα στο μεγάλο αποστραγγιστικό κανάλι, που λίγο πιο κάτω, καταλήγει στο Ιόνιο. Μικροκάικα και βάρκες αραγμένα στο κανάλι, γεφυρα στρατιωτικού τύπου που μας περνάει στο αντικρινό, ηπειρωτικό τμήμα του οικισμού. Εδώ βρίσκονται τα μεγάλα πέτρινα σπίτια που έχτισε την δεκαετία του '30 ο Χαρίλαος, για να στεγάσουν το εργατοτεχνικό του προσωπικό. Η μαρμάρινη προτομή του Χαρίλαου μας υποδέχεται στην είσοδο του οικισμού. Κάποια σπίτια κατοικούνται ακόμη.Ένας χωματόδρομος μας οδηγεί σ΄ένα λεπτό μπροστά στις τεράστιες εγκαταλελειμμένες εγκαταστάσεις της εταιρείας του Χαρίλαου. Εδώ, βρίσκεται η λεγόμενη «Λίμνη του Βαλτιού», ένας πανέμορφος υγρότοπος ανάμεσα σε βούρλα και καλάμια. Κάποιοι ερασιτέχνες ψαράδες ψαρεύουν με τα καλάμια τους στα ήρεμα νερά. Οι ήχοι του νερού ,οι οσμές ,τα χρώματα ,όλα διαλογιστικά .Καθόμαστε κάμποση ώρα αμίλητοι να κοιτούμε τον Βάλτο…δεν βιαζόμασταν άλλωστε, ξέραμε ήδη που θα διανυκτερεύσουμε….

Επιστροφή λοιπόν στο Λεσίνι και στο λιβαδι μπροστά από το μοναστήρι της Παναγιάς της Λεσινιώτισσας . Στήνουμε σκηνή και ανοίγουμε μία φιάλη λευκό κρασί .Είναι οι στιγμές που η ψυχή ταξιδεύει όπου έχει έως τότε βρεθεί. Προσπαθούμε να κρατήσουμε ζωντανές όλες τις εικόνες που μας μαγέψανε αυτές τις ημέρες....αύριο ταξιδευουμε πίσω στην καθημερινότητα μας

Θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τον τόπο και «Τέλος του ταξιδιού». Δεν θα είχαμε άδικο, αφού εδώ είναι οι εκβολές του Αχελώου, ο τερματισμός της μακράς υδάτινης πορείας του θρυλικού ποταμού. Μιας πορείας 225 χιλιομέτρων, περιπετειώδους, πολυδαίδαλης και πολύπλοκης, ανάμεσα σε χαράδρες, κοιλάδες, πεδιάδες και βουνά.Παρά τα πάμπολλα χιλιόμετρά μας προς κάθε κατεύθυνση, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχουμε γνωρίσει στις λεπτομέρειές του το Δέλτα του Αχελώου. Πώς να γνωρίσεις ένα τόσο πολυσχιδές και πολύπλοκο οικοσύστημα, η συνολική έκταση του οποίου κυμαίνεται γύρω στο μισό εκατομμύριο στρέμματα; Και του οποίου η μορφή και τα χαρακτηριστικά μεταβάλλονται με συναρπαστικό τρόπο κάθε εποχή του χρόνου; Ελπίζουμε ότι στο μέλλον θα συνεχίσουμε να συμπληρώνουμε και να σας μεταδίδουμε τις εντυπώσεις μας από αυτόν τον ωραίο τόπο

Η ΕΚΔΡΟΜΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΤΟΝ ΜΑΙΟ 2022