ΘΕΣΤΙΟΝ
Κάστρο Βλοχού ή Ακρόπολη Θεστιέων ή Γλας
Αρχαίο κάστρο που υπήρξε η ακρόπολη της αρχαίας Θεστίας που χρησιμοποιήθηκε και κατά την ελληνιστική και βυζαντινή περίοδο παραμένοντας σε χρήση μέχρι την οθωμανική κατάκτηση.
Τοπικά, η ακρόπολη είναι γνωστή ως «Γλας», ονομασία που χρησιμοποιείται και σε άλλες ακροπόλεις ανά την Ελλάδα, κυρίως Μυκηναϊκές.
Στην αρχαιότητα το κάστρο ήταν η ακρόπολη της αρχαίας Θεστίας που ιδρύθηκε από τον μυθικό βασιλιά Θέστιο.
Η ακρόπολη των Θεστιέων, δημιουργήθηκε κατά τους Μυκηναϊκούς Χρόνους. Τα «Κυκλώπεια Τείχη» αυτής της περιόδου είναι ακόμα ορατά σε όλο το λόφο (και όχι μόνο στην κορυφή). Κατά την αρχαϊκή και κλασική περίοδο, γύρω από την ακρόπολη αναπτύχθηκε πόλη-κράτος με ισχυρό τείχος μήκους 4 χιλιομέτρων.
Η πόλη-κράτος των Θεστιέων ονομάζεται με το εθνικό όνομα των πολιτών «Θεστιείς» και όχι με το τοπωνύμιο. Αργότερα έγινε μέλος της «Αιτωλικής Συμπολιτείας» που κατά την ύστερη ελληνιστική περίοδο υπήρξε από τις ισχυρότερες δυνάμεις της αρχαίας Ελλάδας. Ο ιστορικός Πολύβιος εξιστορώντας την καταστροφή του Θέρμου (πρωτεύουσας των Αιτωλών) από τον Φίλιππο Ε' της Μακεδονίας στο τέλος του 3ου αι. π.Χ., αναφέρει τη Θεστιέα μεταξύ των σημαντικών πόλεων της «Αιτωλικής Συμπολιτείας».
Τα τείχη που διασώζονται σήμερα είναι κατάλοιπο κυρίως της ελληνιστικής περιόδου, όταν η πόλη ήταν μέλος της «Αιτωλικής Συμπολιτείας» . Το κάστρο χρησιμοποιήθηκε και από τους Βυζαντινούς. Μετά το 1204 πέρασε στη δικαιοδοσία του Δεσποτάτου της Ηπείρου.
Το 1294 δόθηκε σαν προίκα στον Φίλιππο του Τάραντα, ο οποίος ήταν γιος του Ανδεγαυού (δηλ. του οίκου των Ανζού) βασιλιά της Νάπολης Καρόλου Β' του Χωλού. Η εξουσία του Φιλίππου στην περιοχή γνώρισε αρκετές διακυμάνσεις αλλά το κάστρο πρέπει να παρέμεινε στην οικογένειά του μέχρι τα τέλη του 14ου αιώνα όταν στην περιοχή κυριάρχησε ο κόμης Κεφαλληνίας Κάρολος Τόκκος (Tocco).
Οι Οθωμανοί κατέκτησαν το κάστρο το 1450 και από τότε φαίνεται ότι εγκαταλείφθηκε.
Κάτω από την ακρόπολη των Θεστιέων, πάνω σε ένα πλάτωμα βρίσκεται η Μονή Βλοχού αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου με παλιότερα και νεότερα κτίσματα, μεταξύ των οποίων και ο Ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, ναός απλός μονόχωρος του 18ου αιώνα, βασιλικού ρυθμού, με περίτεχνη ξυλόγλυπτη οροφή και τέμπλο. Η ίδρυση του μοναστηριού ανάγεται στα τέλη του 12ου και αρχές του 13ου αιώνα. Επανιδρύθηκε όμως στα μέσα του 16ου αιώνα, όπως μας φανερώνει το σιγίλιο του 1563 του Οικουμενικού Πατριάρχου Ιωάσαφ του Β΄ (1555-1565) όπου χαρακτηρίζεται Σταυροπηγιακή Μονή, δηλαδή υπαγόμενη κατευθείαν στο Πατριαρχείο